Σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 21.140 γιατροί, πάνω από τους μισούς (54%) γνωρίζουν να έχει διαπραχθεί σeξουαλική ή σeξιστική βία από έναν άλλο γιατρό, με θύματα ασθενείς, επαγγελματίες υγείας ή άλλα πρόσωπα.
Σχεδόν οι μισές γυναίκες (49%) είπαν ότι οι ίδιες έπεσαν θύμα σeξιστικής ή σeξουαλικής βίας από άλλον γιατρό.
Αναλυτικότερα, το 44% των γυναικών γιατρών είπαν ότι ήταν θύματα σeξιστικής ή σeξουαλικής προσβολής από συναδέλφους τους, το 16% ότι αντιμετώπισε σeξουαλική παρενόχληση, το 6% σeξουαλική επίθεση και το 1% βιασμό (ορισμένες γυναίκες κατήγγειλαν πολλά και διαφορετικά συμβάντα).
Σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο, τα περισσότερα από αυτά τα συμβάντα σημειώνονται κατά τη διάρκεια των σπουδών και σε μικρότερο βαθμό, κατά την επαγγελματική σταδιοδρομία των γιατρών.
«Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί»
Ο πρόεδρος του Συλλόγου, Δρ Φρανσουά Αρνό, δήλωσε τον «ανησυχούν πολύ» οι αριθμοί αυτοί, τονίζοντας ότι «αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί». Ο Σύλλογος σκοπεύει να ζητήσει τη διεξαγωγή μιας παρόμοιας έρευνας, πιθανότατα μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, για να διαπιστώσει πώς εξελίσσονται τα πράγματα.
Από το 2019 ο Σύλλογος έχει λάβει μέτρα με τα οποία διευκολύνεται η αποβολή των «μαύρων προβάτων» από τις τάξεις του. «Ο στόχος είναι η μηδενική ανοχή», τόνισε ο Δρ Αρνό.
Ο Σύλλογος έχει επίσης φτιάξει στον ιστότοπό του μια εφαρμογή που βοηθά τα θύματα σeξιστικής ή σeξουαλικής βίας με δράστες γιατρούς να καταγγείλουν τα συμβάντα. Στην περίπτωση που οι τοπικοί Ιατρικοί Σύλλογοι δεν φροντίζουν να εξετάζουν τις υποθέσεις, το Εθνικό Συμβούλιο του Συλλόγου μπορεί να τις αναλάβει το ίδιο και να τις παραπέμψει στο πειθαρχικό, πρόσθεσε.
Ο Σύλλογος ζήτησε επίσης να τροποποιηθεί η νομοθεσία ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζει το ποινικό μητρώο κάποιου γιατρού όταν κατηγορείται και να του επιτρέπεται να συμβουλεύεται συστηματικά το αρχείο των δραστών σeξουαλικών ή βίαιων επιθέσεων (Fijais) όταν κάποιος ζητά να εγγραφεί μέλος του.